Πέμπτη 23 Οκτωβρίου 2014

0 Ο νερουλάς..

Γράφει ο Αλέξανδρος Χουλιάρας
Την πρώτη μου σταδιοδρομία, ως περιστασιακά εργαζόμενος, την έκανα στο Δασαρχείο. Εισήλθον, ως μαθητευόμενος εργάτης, δεκαπενταετής με το βαθμό του νερουλά και εξήλθον εικοσιπενταετής με το βαθμό του εργοδηγού-επιστάτη, αφού διεξήλθον όλα τα πόστα (εργάτης, λατόμος, βοηθός τεχνίτη, …ψιλοτεχνίτης, σημειωτής).
Τέτοια λαμπρή ανέλιξη, στη συνέχεια, δεν είχα ούτε στον ιδιωτικό ούτε στο δημόσιο τομέα που διέτριψα.
Το 1967 το βασικό μέσο μεταφοράς και πόσης νερού στις εκτός σπιτιού εργασίες ήταν η νεροβάρελα. Στα συνεργεία όμως χρησιμοποιούνταν το μεγάλο, τσίγκινο ημικυλινδρικό γκιούμι. Αυτό ήταν και το πρώτο μου επαγγελματικό εργαλείο, ως νερουλάς στο Δασαρχείο. Το φορτωνόμουν στη πλάτη και πήγαινα να το γεμίσω στην κοντινότερη κρυόβρυση. Στη συνέχεια το μετέφερα στο εργοτάξιο και κει με το καπάκι του, για κύπελλο, έπιναν ένας-ένας με τη σειρά.
Μόνο η Διαμάντω δεν έπινε γιατί σιχαινόταν. Είχε το δικό της παγούρι γεμάτο νερό. Τούτο δεν το χώνεψαν οι άλλοι εργάτες, γιαυτό ένας απ΄ όλους, πήγε και κατούρησε μέσα στο παγούρι της. Έτσι το μεσημέρι, όταν όλοι δροσίζονταν κολεχτιβίστικα με το νερό της κρυοπηγής, η Διαμάντω έπινε με το ζόρι το ζεστό κατουρόνερο του παγουριού της.
-Καλό το νερό Διαμάντω; Τη ρωτούσαν.

-Λίγο ζεστό! έλεγε αυτή. Κι έτσι καλαμπούριζαν κι έβγαζαν το μεροκάματο κι εκπαιδεύονταν για να γίνουν αργότερα κλασσικοί δημόσιοι υπάλληλοι!
Εγώ που έζησα κάτι τέτοιο, εύκολα μπορώ να αντιληφθώ, πως οι αδελφοί ορθόδοξοι χριστιανοί μεταλαβαίνουν με το ίδιο κουτάλι, χωρίς να σιχαίνεται ο ένας τον άλλον. Οι άλλοι όμως δεν αντιλαμβάνονταν γιατί εγώ για χρόνια είχα τη λόξα να… μεταλαβαίνω από τα αποπιόματα των άλλων, πίνοντας ότι περίσσευε στο φλυτζάνι του καφέ τους!

Δεν υπάρχουν σχόλια :