Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2014

0 Ήθη και έθιμα της Πρασιάς στις γιορτές(Φώτο)

Οι γιορτές και τα πανηγύρια των Πρασιωτών ήταν σημαντικές στιγμές διακοπής των καθημερινών ασχολιών και ευκαιρία για διασκέδαση.
Γιορτή στο σπίτι γινόταν μόνο για τα αγόρια και τους άντρες. Οι γυναίκες δεν γνώριζαν οι περισσότερες ούτε πότε ήταν η ονομαστική τους γιορτή. Εξάλλου δεν είχε και καμμιά ιδιαίτερη σημασία. Όταν έφτανε η μέρα της ονομαστικής γιορτής τότε ο εορτάζων ήταν το σημαντικότερο πρόσωπο. Έβαζε τα καλά του ρούχα και πήγαινε στην εκκλησία. Εκείνη την ημέρα ακόμα και ο κτηνοτρόφος που γιόρταζε είχε την απαίτηση να φυλάξουν το κοπάδι οι άλλοι και να προλάβει τη λειτουργία πριν ο ψάλτης διαβάσει το Πιστεύω. Αν η γιορτή του συνέπιπτε μετά από καθιερωμένη νηστεία, τότε έπρεπε οπωσδήποτε να μεταλάβει.
Μετά την απόλυση άντρες και γυναίκες χαιρετιόνταν με χειραψία, ενώ οι γυναίκες έδιναν και σταυροφιλήματα μεταξύ τους. Μερικές ηλικιωμένες φιλούσαν σταυρωτά αγαπητά τους πρό¬σωπα με τα οποία είχαν το θάρρος και δεν υπήρχε κίνδυνος παρεξηγήσεως.
Όταν ο παπάς λειτουργούσε στο Κυπαρίσσι ή στα Φουσιανά μετά τις χαιρετούρες οι γυναίκες και τα παιδιά συνήθως έφευγαν για κάποιο συγγενικό ή για το δικό τους σπίτι. Οι άντρες κατευθύνονταν προς τα διπλανά καφενεία, τα οποία σε λίγο γέμιζαν κόσμο και δεν υπήρχε χώρος ούτε να σταθεί κάποιος όρθιος.
Οι καφετζήδες περίμεναν πως και πως το σχόλασμα της εκκλησίας σε μεγάλη γιορτή, γιατί γέμιζαν
τα μαγαζάκια τους με πελάτες και κατά συνέπεια το συρτάρι τους με χρήματα. Ορισμένοι μερακλήδες μετά τον καφέ, αν έπιναν λίγο τσίπουρο, έρχονταν στο κέφι και έπαιρναν κανένα τραγούδι της τάβλας ή κάποιο κλέφτικο. Άμα ήταν καλή η συντροφιά δεν αργούσαν να το φέρουν κι ένα σχοινάκι τραγουδώντας και χορεύοντας. Σαν τύχαινε από κει κανένας βιολιτζής μπορεί να τους έβρισκε στο καφενείο το βράδυ.

 Ήταν κόσμος διψασμένος για διασκέδαση, αλλά κι απλός κόσμος που χαιρόταν με τις μικροχαρές που τούδινε η ζωή μας. Έπαιρναν τα πράγματα, όπως έρχονταν.
Πίσω στο σπίτι είχαν γιορτάσι. Τα δωμάτια και το χωλάκι ήταν στολισμένα. Στη σάλα είχαν τα γλυκά και τα ποτά. Μέσα απαγορευόταν να μπαίνουν οι άλλοι και ιδίως τα μικρά παιδιά. Όταν η οικογένεια είχε τη δυνατότητα έφτιαχνε γλυκό πέτρινο για όλους, μικρούς και μεγάλους. Αλλιώς για τους μικρούς είχε κου¬ραμπιέδες χειροποίητους. Αργότερα κυκλοφόρησαν οι αγοραστοί κουραμπιέ¬δες και μεταγενέστερα και τα γλυκά αγοράζονταν από το καφενείο. Τα καλύτερα πετρίσια γλυκά ήταν τα μεγάλα με καρύδια και μέλι. Η παρασκευή τους απαιτούσε ιδιαίτερες γνώσεις, μεράκι και δεξιοτεχνία. Από μέρες πριν οι νοικοκυρές έπαιρναν τα καρύδια που χρειάζονταν και άρχιζαν το σπάσιμο με τη μάσια ή με μια πετρούλα καθισμένες δίπλα στο τζάκι. Ξεδιάλεγαν με προσοχή τις κουφα- λιασμένες και τις σκουληκιασμένες κοκώσιες και κρατούσαν μόνο τις ολοκάθερες. Τα τσόφλια τα πέταγαν στο δρόμο, στο μονοπάτι ή στο σοκάκι κοντά στην πόρτα του σπιτιού τους, για να
βλέπουν οι συγχωριανοί ότι η οικογένεια θα γιορτάσει και ότι θα προσφέρει γλυκό πετρίσιο. Στη συνέχεια με το πετρόβεργο έτριβαν την ψύχα στο πλαστίρι και την έκαναν σκόνη.
Άφηναν όμως και μερικά κομμάτια άτριφτα. Σε μια κατσαρόλα ανάπιαναν προζύμι και όταν γινόταν η ζύμωση το ανακάτευαν με νερό και αλεύρι στο σκαφίδι για να σχηματίσουν πάλι με το πετρόβεργο και το πλαστίρι τα φύλλα. Μετά από το στρώσιμο του πρώτου φύλ¬λου στο ταψί έριχναν την τριμμένη ψίχα, μερικά άτριφτα καμμάτια και έσταζαν μερικές σταγόνες μέλι. Όποια δε διέθετε μέλι, έβαζε ζάχαρη και έτσι η εργασία συ¬νεχιζόταν μέχρι να φτάσει το γλυκό ως τα χείλη του ταψιού.
Το ψήσιμο είχε τη δι¬κή του τέχνη. Η νοικοκυρά έπρεπε να είναι συνεχώς κοντά στο φούρνο ή στη γά- στρα και να το επιβλέπει. Έπρεπε να ψηθεί σωστά, να μην αρπάξει, να μην καεί και να μην κρατάει υγρασία. Όταν έβγαινε από τη φωτιά, το άφηναν κρύωνε λίγο και μετά το έκοβαν, ενώ η χάραξη είχε γίνει πριν ακόμη μπει για ψήσιμο. Οι γωνίες και τα κόθρια προσφέρονταν τότε στα μικρά παιδιά και σ’όσους είχαν δό¬ντια να κόβουν τα σκληρά και ψημένα φύλλα και έτσι η νοικοκυρά έπαιρνε τις πρώτες ευχαριστίες και τους επαίνους. Το υπόλοιπο στοιβάζονταν με προσοχή σε πιατέλες και μεταφέρονταν στη σάλα για το γιορτάσι.
Το σερβίρισμα γινόταν σε πιατελάκι και το γλυκό τρωγόταν επί τόπου. Βέβαια μετά από δυο-τρία γλυκά οι επισκέπτες δεν μπορούσαν να συνεχίσουν και τους έρχονταν αναγούλα από τη γλυκάδα. Στους μεγάλους προσφέρονταν για ποτό ούζο και σπανιότερα τσίπουρο, στις γυναίκες κάποιο ηδύποτο και στα μικρά παιδιά λίγο νεράκι αν ήταν μεγάλη ανάγκη, γιατί και το νερό βρι¬σκόταν μακριά από το σπίτι και δεν ήταν εύκολη η μεταφορά του. Οι ευχές ήταν αντίστοιχες με την ηλικία όλων των παρευρισκομένων. Οι μικροί να με¬γαλώσουν και να τους δουν οι γονείς τους όπως το επιθυμούν. Οι μαθητές να έχουν καλή πρόοδο, οι ξενιτεμένοι να γυρίσουν γρήγορα και να μαθαίνουν οι οικείοι καλά νέα.
Οι ανύπαντρες να καλοπαντρευτούν κι οι γέροι να δώ¬σουν καλή ψυχή μετά θάνατο. Ευχές δίνονταν για τα χέρια της νοικοκυράς, για τα στολίδια της κόρης, για τα ζωντανά του αφέντη. Οι ευχές πήγαιναν κι έρχονταν, ιδιαίτερα αν σε κάποιο γιορτάσι η ομάδα των επισκεπτών ήταν με¬γάλη. Πολλοί είχαν μεγάλη λαιμαργία και σε συνδυασμό με την πείνα κατα¬βρόχθιζαν το ένα γλυκό πίσω από τ’άλλο, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται στομαχικά και άλλα προβλήματα. Κάθε απροσεξία έχει το δικό της τίμημα. Αργότερα που βγήκαν οι νάυλον σακούλες έβλεπες παιδιά κυρίως να κρατά- νε ένα μπόγο γλυκά, αρκετά να τρώνε πάνω από μια εβδομάδα.
Το σπίτι που γιόρταζε και είχε κορίτσι ανύπαντρο έπρεπει να κάνει σωστές προετοιμασίες γιατί θα πέρναγαν πολλοί και θα έβαζαν βαθμολογία. Ο τρό¬πος που ήταν στολισμένο κάθε σημείο, η ποδιά στο τζάκι, οι καραμελωτές, οι μπαντανίες και τα κεντητά μαξιλάρια στα κρεββάτια και στις κασέλες, τα τσιόλια στο πάτωμα, το χτένισμα, το ντύσιμο, το περπάτημα, το σερβίρισμα είχαν μεγάλη σημασία. Οι άντρες δηλαδή γιόρταζαν και το απολάμβαναν, ενώ οι γυναίκες βρίσκονταν σε διαρκή υπερένταση και αυστηρή εξέταση.
Από τα στολίδια η προσοχή έπεφτε περισ¬σότερο στα κεντίδια. Απ’αυτά φαί¬νεται η νοικοκυροσύνη. Εκεί κρί- νεται η καλή όραση, η φαντασία, η υπομονή κι η επιτηδειοσύνη. Δεν έφτανε μόνο η σωματική ομορφιά της κοπέλας, χρειαζόταν ελαφρά¬δα και χάρη.
Από τον εορτάζοντα έπρεπε να περάσουν και να του ευχηθούν χρόνους πολλούς (να τον χρον- σπολίσουν) όλοι οι συγγενείς και οι μαχαλιώτες. Δεν τον επισκέπτο¬νταν μόνο όσοι ήταν εντελώς ξένοι από αίμα ή βρίσκονταν σε πένθος και σε έχθρα με την οικογένεια. Απ’το μεσημέρι και μετά ξεκινούσαν τα χρο- νοσπολίσματα και μπορεί να έφταναν μέχρι τα μεσάνυχτα. Κάποιοι που διέ¬θεταν χρήματα καλούσαν τα όργανα και γλένταγαν μέχρι το ξημέρωμα.
Πάντως σε κάθε γιορτάσι υπήρχε εκτός απ’τα γλυκά και κρέας μαγειρευμένο για την οικογένεια και για όποιον άλλο συγγενή ερχόταν για φιλοξενία. Στα μικρά παιδιά άρεσε πολύ να κυλιούνται στο καλοστρωμένο πάτωμα. Εκεί που τις άλλες μέρες ήταν σκέτο σανίδι, πέτρινες πλάκες ή σβουνιασμένο χώμα, έβλεπαν τώρα καλοστρωμένα χοντροσκούτια και ένιωθαν μεγάλη ευχαρίστηση. Οι μεγάλοι άφηναν τα παιδιά να κυλιούνται, γιατί το θεωρούσαν γουρλί- δικο, σε αντίθεση με τις γυναίκες που εκνευρίζονταν γιατί τα παιδιά είχαν συ¬χνά στα παπούτσια βρωμιές και λάσπες και τις σκόρπιζαν στα χοντρόρουχα. Οι παλιότεροι θυμούνται πόσο δύσκολο ήταν να πλύνει κανείς αυτά τα ρούχα στις συνθήκες της εποχής εκείνης.
Από τις γιορτές που ξεχώριζαν στο χωριό μας ήταν του Αγίου Βασιλείου, του Αγίου Κωνσταντίνου, των Θεοφανείων, του Αγίου Νικολάου, του Σωτήρος, Του Θωμά, του Άι Λια, Του Αγίου Γεωργίου, η Λαμπρή, τα Χριστούγεννα, της Παναγίας, του Αγίου Δημητρίου, του Αγίου Αθανασίου. Τα περισσό¬τερα αντρικά ονόματα ανήκουν στις γιορτές που αναφέραμε. Σπανιότερα ονόματα ήταν ο Χαράλαμπος, ο Πέτρος, ο Αποστόλης, ο Αντρέας, ο Γρηγό ρης, ο Χρυσόστομος, ο Λάζαρος, ο Παντελής, ο Θεοδόσιος, ο Βαγγέλης, ο Αλέξης, ο Οδυσσέας, ο Στέφανος, ο Κοσμάς. Προκόπη δεν είχαμε κα¬νένα, παρόλο που στο Βασιλέσι σώζονται τα ερείπια του ναού για τον Άγιο Προκόπιο.

Τα κείμενα είναι του Συγγραφέα Βασίλη Γ. Χαλαστάνη απο το βιβλίο του "Πρασιά Ευρυτανίας Ά Μέρος"2005



Δεν υπάρχουν σχόλια :