Γράφει ο Αλέξανδρος Χουλιαράς
Μέχρι τη μεταπολίτευση η στρατικοποίηση του Σχολείου, αλλά και της κοινωνίας, ήταν πρώτη προτεραιότητα. Προσωπικά ήμουν και είμαι, από φύσει και θέσει αντιμιλιταριστής και τελείως ακατάλληλος για στρατικοποίηση. Όμως παρά ταύτα τα έβγαλα αρκετά καλά πέρα στους στρατώνες του Δημοτικού και του Γυμνασίου.
Ως στρατιώτες του Θεού πηγαίναμε στον Οίκον του εν πομπή και παρατάξει. Οι λόχοι συνάζονταν στο προαύλιο του σχολείου και από κει κατά τριάδες πορευόμασταν, ανά τας αγυιάς και τας ρύμας της πόλης και φτάναμε στην εκκλησία. Εκεί εν πλήρει κατανύξει παρακολουθούσαμε τη Θεία Λειτουργία και ενίοτε μεταλαμβάναμε ομαδόν της Θείας Κοινωνίας. Γιαυτό, από τότε, ποτέ δε μπόρεσα να “θεωθώ” στον Οίκον του Θεού “σαν χριστιανός κι ορθόδοξος”.
Υπό καθεστώς στρατικοποίησης, προετοιμαζόμασταν και κάναμε τις παρελάσεις. Έμπλεοι ακηδίας και αηδίας, παρελαύναμε έμπροσθεν ζώντων τε (επισήμων) και τεθνεότων (ηρώων). Το σχολείο προετοίμαζε τους επόμενους ήρωες του Έθνους, αυτούς που μια σφαίρα τους χύνει τα μυαλά έξω από το καύκαλο και τους εξαποστέλνει, από τον πρόσκαιρον κόσμον των άσημων ζώντων στην αθανασία των ένδοξων πεθαμένων!
Οι στρατιωτικού τύπου μαθητικές παρελάσεις έχουν και το αφροδισιακό τους στοιχείο. Οι συμμαθήτριές μας σκεπάζοντας την παρθενία τους και το υπέρλαμπρον της αγνοίας τους, με την υπογονάτιον μπλέ μαθητική ποδιά, παρελαύνανε κι αυτές, τιμώσες τις Μπουμπουλίνες και τις
Τζαβέλαινες του Έθνους. Σ΄ αυτές τις ποδιές απιθώναμε και αφήσαμε τα γαλανά ερωτικά μας οράματα και τις ορθρίζουσες αισθησιακές μας ορέξεις.
Τώρα στα τέλη του ερωτικού μας βίου -τρόπος του... λέγειν δηλαδή- μ΄ αυτά που βλέπουμε στις παρελάσεις, πάει να μας φύγει το τσερβέλο. Κολάζεται και ο Όσιος Αντώνιος. Κοπέλες σαν τα κρύα τα νερά παρελαύνουν με λάγνο σχήμα, που αφυπνίζει “την πεθυμιά της νύχτας”. Από κάτω “αιώνιο πορφυρίζει το ποίημα των ποδιών τους” με γόβα δωδεκάποντη και φούστα αποκρύπτουσα τις απολύτως αναγκαίες “ασχημοσύνες”, (κατά την Αγία Γραφή) κι από πάνω ένα λευκό στενό πουκαμισάκι, τύπου μπολερό, καλύπτον στοιχειωδώς ένα ατίθασο ορθοβύζι.
Στο σχολείο ολοκληρώναμε τη στρατικοποίησή μας ως πρόσκοποι. Το στρατόπεδό μας ήταν κάτι παράγκες δίπλα στο Δασαρχείο. Εκεί μας μοίραζαν κάτι ατσούμπαλα και σάπια στρατιωτικά ρούχα, κατάλληλα μόνο για τα σκιάχτρα στα καλαμπόκια.
Στη συνέχεια το ίδιο αστρατικοποίητος κι απροσάρμοστος διήλθα το τριαντάμηνο της θητείας μου. Κοντά δυο μήνες με κράτησε παραπάνω η πατρίς μήπως και γίνω στρατιώτης. Φευ όμως ματαίως.
Τέλος αστρατικοποίητος εκμετρώ και τον εναπομείναντα βίον μου κι έτσι θα παρουσιαστώ στο Ταξίαρχο των αγγελικών ταγμάτων Άρχοντα Μιχαήλ.
Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2015
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου