Γράφει ο Αλέξανδρος Χουλιαράς
Παρατρεχάμενος και γω στο περιθώριο των αποκριάτικων οργιωδών μαζώξεων, χόρεψα με την ψυχή μου αγναντεύοντας τους άλλους. Πηγή ειρωνικών σχολίων και σαρκασμού τα τουρκογκιαούρικα αποκριάτικα γλέντια με τον ευρωπαϊκό τους φερετζέ.
Ως διάγων –οριστικά πλέον- την τρίτη ηλικία εστίασα την προσοχή μου στα πάλαι ποτέ “περήφανα γηρατειά”. Για χιλιάδες χρόνια ο “νομικός” μας πολιτισμός είχε θωρακίσει την τρίτη ηλικία με διάφορα προνόμια κι εξουσίες. Οι γέροι έλεγχαν τον κορυφαίο θεσμό της κυβερνητικής Γερουσίας καθώς επίσης διατηρούσαν το αποκλειστικό δικαίωμα της οικονομικής διαχείρισης του νοικοκυριού κι έτσι είχαν την εξουσία επί όλης της οικογένειάς τους. Μέχρι και ειδικούς αργόσυρτους χορούς είχαν για να μπορούν οι γέροι να σέρνουν πρώτοι το χορό και να γλεντάνε με την ψυχή τους κι όχι να γελάνε οι αιωνίως θρασείς νεαροί.
Έναν τέτοιο χορό γερόντων απόλαυσα και γω φέτος τις απόκριες. Μόνο που τα τραγούδια ήταν γρήγορα συρτά και τσάμικα και δεν υπήρχε κομπανία μουσικών να προσαρμόζεται στα γέρικα πόδια των χορευτών. Έτσι κι αυτοί χόρευαν στον Αη-Λιά της μπέηνας.
Τα είχαν βάλει με τη “μαύρη γης” και το χάρο και συνέχεια βροντούσαν το πόδι κάτω και τον ποδοπατούσαν. Με υποτιθέμενες χορευτικές κωλοκαθιές προσπαθούσαν να τον χτυπήσουν και με το χέρι, αλλά λόγω οσφυαλγιών και γεροντικής ακαμψίας γενικά, ίσα που τον μούντζωναν.
Σε κάποια στιγμή ο πρωτοχορευτής προσπαθώντας να ξεσκονίσει τη φούντα του τσαρουχιού του, με τη γνωστή φιγούρα, κατέρρευσε. Τον σηκώσανε κι ανέλαβε ο δευτεροχορευτής το ξεσκόνισμα της φούντας, αφού πρώτα ελήφθησαν δρακόντια μέτρα ασφαλείας.
Η κορύφωση του δράματος συντελέστηκε όταν ο πρωτοχορευτής είχε την ατυχή έμπνευση, προς επίρρωση της χορευτικής του δεινότητας, να επιχειρήσει χορευτική πιρουέτα, με αποτέλεσμα να σωριαστεί με φόρα στο πάτωμα, παρασέρνοντας και τους άλλους δύο συνχορευτές του.
Το επεισόδιο έληξε αναίμακτο και χωρίς απώλειες και είπανε να πιούνε σταυραδερφικώς τα ποτήρια τους. Θηλύκωσαν τα χέρια τους κι ο ένας άρχισε να πίνει, ο άλλος όμως, επειδή δε λύγαγε το ξερό του το χέρι, στην προσπάθεια του να πιεί, του έπεσε κάτω το ποτήρι κι έσπασε. “Γούρι-γούρι” φώναξε η ομήγυρις, “agouri” ψιθύρισε κι ο Χάρος, που παρακολουθούσε όπως γυροφέρνουν τα όρνια τους ετοιμοθάνατους γαϊδάρους.
Δευτέρα 14 Μαρτίου 2016
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου