Κυριακή 10 Απριλίου 2016

0 Ο Ευρυτανικός καφές εν Ελλάδι..

Γράφει ο Αλέξανδρος Χουλιαράς
Μια από τις μικρές χειμωνιάτικες απολαύσεις -ανδρών τε και γυναικών- ήταν ο τούρκικος καφές. Μπορεί οι Τούρκοι να μην στέριωσαν στην Ευρυτανία, όμως ο καφές τους ήρθε κι έμεινε. Ήταν ο αραβικός καφές, που οι Τούρκοι τον βάφτισαν τούρκικο και, που στη συνέχεια εμείς οι Έλληνες, πιστοί στα… πεπρωμένα της φυλής μας, τον ξεβαφτίσαμε και τον ξαναβαφτίσαμε ελληνικό
Στα περισσότερα σπίτια υπήρχε ο ψήστης του καφέ, ο καφόμυλος, το καφοκούτι, το μπρίκι του καφέ και κάποια φλυτζάνια. Ο καφές ήταν μια αφορμή για συνάντηση, ευφορία και ευωχία, ιδίως τους χειμωνιάτικους μήνες. Όμως επειδή ο καφές, ως εισαγόμενος, ήταν ακριβός “νοθευόταν” με ρεβίθια, τα οποία ψήνονταν και κόβονταν με μερικούς κόκκους καφέ κι έτσι είχαμε ένα νέο είδος, τον ρεβιθοκαφέ, που πολλές φορές ήταν ρεβιθόζουμο νοθευμένο με καφέ!
Όμως παρά ταύτα λειτουργούσαν πολλά καφενεία. Όπως λέγεται μέχρι “καφέ-αμάν” και “καφέ σαντάν” λειτούργησαν, που νόθευσαν με λίγη αμαρτία την αγνή μονογαμική ή αγαμική ερωτική ζωή των διψαλέων τσοπάνηδων.
Μια πάγια και ανελαστική δαπάνη σε κάθε σοβαρό οικογενειακό προϋπολογισμό ήταν τα “φοραβία” του νοικοκύρη, δηλαδή τα έξοδα που έκανε στο καφενείο για καφέδες και τσίπουρα. Ένας απ΄ αυτούς ήταν κι ο Σαλούφας από το χωριό, ο οποίος είχε δυο αδυναμίες: του άρεσε ο καφές αλλά ο κωδικός των φοραβίων στον προϋπολογισμό του ήταν μηδέν. Έτσι όλο το χειμώνα έπινε καφέ βερεσέ. “Θα σε πληρώσω την άνοιξη που θα πουλήσω τα κατσίκια” έλεγε στον καφετζή. Ήρθε η άνοιξη, πούλησε τα κατσίκια αλλά τα χρήματα δεν έφταναν να ξοφλήσει τα χειμωνιάτικα φοραβία. Μια, δυο φορές του είπε ο καφεντζής, τρίτη φορά απείλησε κι ο Σαλούφας συνέχεια του έλεγε: “Περίμενε”, ώσπου μια
μέρα που η Σαλούφαινα πέρναγε με το γομάρι της τη βλέπει ο καφετζής και της το κατέσχεσε. Όλο το καλοκαίρι φορτωμένη ζαλίγκα η Σαλούφαινα μονολογούσε κι έλεγε: “Όλο το χειμώνα ρούφα – ρούφα ο Σαλούφας πάει το γ΄μάρ΄”.
Ο Έλληνας –και ο Ευρυτάνας- έπινε και πίνει καφέ ακατάσχετα. Αυτή του την αδυναμία εκμεταλλεύεται το επιχειρηματικό δαιμόνιο των Ελλήνων –και των Καρπενησιωτών - όπου καταστήματα πώλησης καφέ, οινοπνευματωδών και λοιπών αναψυκτικών (καφετέριες και καφενεία), κατακλύζουν τη χώρα–και το Καρπενήσι- Επειδή οι καφενόβιοι πότες, λόγω κρίσης, όλο και λιγοστεύουν και τα μαγαζιά όλο πληθαίνουν, οι ανάγκες κάποιας κερδοφορίας επιβάλλουν την υποβάθμιση της ποιότητας του σερβιριζόμενου καφέ, που πολλές φορές συναγωνίζεται τον παραδοσιακό ευρυτανικό ρεβυθοκαφέ.

Δεν υπάρχουν σχόλια :