Κυριακή 19 Ιουνίου 2016

0 Ένα βελούδινο διαζύγιο

Γράφει ο Αλέξανδρος Χουλιαράς
Δεν συνταξιοδοτούνταν σαράντα δύο χρονών μόνο οι χωροφύλακες και κάποιοι άλλοι προνομιούχοι, συνταξιοδοτήθηκα και γω. Έπειτα από γεμάτα εικοσιπέντε χρόνια καπνιστής, χωρίς άδειες, αργίες, κοπάνες κ.λπ. αποφάσισα να αυτοσυνταξιοδοτηθώ για να μπορέσω να ζήσω μερικές δεκαετίες ακόμα για να θυμάμαι το τσιγάρο, τον πιο αγαπημένο και σταθερό φίλο, όλα αυτά τα χρόνια. Όμως εδώ το θέμα της συνταξιοδότησης δεν ήταν εύκολο όπως στους χωροφυλάκους και τους λοιπούς αριστοκράτες του δημοσιοϋπαλληλαριού, οι οποίοι χαρούμενοι εγκατέλειπαν την Υπηρεσία και αυτή ασμένως τους απέλυε. Με το τσιγάρο, είχε αναπτυχθεί ισχυρή εξάρτηση και μας ένωναν ακατάλυτοι δεσμοί φιλίας. Ήταν -και είναι για τους καπνίζοντες-η πιο πρόχειρη απόλαυση του σύγχρονου τυραγνισμένου ανθρώπου. Το πρόβλημα ήταν μέγα. Έπρεπε να απαγκιστρωθώ από την εξάρτηση δίχως όμως να διαταράξω τη φιλία μας.
Έτσι κάλεσα σε βοήθεια.
Απευθύνθηκα στη Μούσα, που επόπτευε και προστάτευε το τελευταίο μου καταφύγιο. Υπό την αιγίδα της λοιπόν εποίησα μία “ποιητική” συλλογή τα “Αντικαπνιστικά”. Ήταν μια εκ βαθέων και ειλικρινή συζήτηση με τον αγαπημένο μου φίλο, το τσιγάρο, που λειτούργησε μέσα μου σαν προσευχή στο Θεό και σαν ξόρκι στις δυνάμεις του Διαβόλου.

Την έδωσα στο Γιάννη Μ. έναν καλό φίλο και φιλόπονο θεράποντα της ποιητικής τέχνης, να τη διαβάσει. Όμως, επειδή δεν έτρεφε καμιά αγάπη για το τσιγάρο, μου απέρριψε μετά βδελυγμίας τους στίχους, γιατί όχι μόνο δεν στηλίτευαν το κάπνισμα αλλά το υμνολογούσαν κιόλας.
Πάντως για μένα τα “Aντικαπνιστικά” ήταν οι όροι του βελούδινου διαζυγίου μου με το τσιγάρο και έβγαλα μια τελευταία φωτογραφία μαζί του, την οποία επικόλλησα, υπό μορφή αυτοπροσωπογραφίας. Πάντως τώρα υλοποιώ το ακροτελεύτιο στιχούργημα της συλλογής, δηλαδή
“Κάπως πρέπει να γίνει!
Εμείς που στερηθήκαμε τα πάντα
να γευτούμε
τις απολαύσεις των μικροστερήσεων”
γιατί τα φθοροποιά πάθη δεν έχουν τελειωμό.

Δεν υπάρχουν σχόλια :