Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2016

1 Tα μπακακάκια..

Γράφει ο Αλέξανδρος Χουλιαράς
“Tα πρώτα μου χρόνια τ' αξέχαστα τα ζησα” ως εξοχίτης σ΄ ένα προβατοκάλυβο στον Αη-Γιάννη τον Κρικελλιώτη. Τα χωράφια μας αρδεύονταν από μια χωματόγουρνα, καταπράσινη από τα υδρόβια φυτά. Το ίδιο και τα χωράφια του θείου μου, αρδεύονταν κι αυτά από μια δική τους χωματόγουρνα. Πρωτοθυμάμαι τον εαυτό μου να κυνηγάει κάτι πρασινοκίτρινα βρωμομπάκακα, που είχαν κατακλύσει την γύρω ημιελώδη περιοχή της γούρνας. Μόλις τα έπιανες πέρα από τη γλοιώδη και απαίσια βρωμοπέτσα τους συστέλλονταν κι έκαναν τον ψόφιο. Όταν από αηδία τα πετούσες κάτω, στέκονταν μαζεμένα κι ανάσκελα και μετά από λίγο ξαναβουτούσαν στο βούρκο τους.
Η γούρνα μας γρήγορα στέρεψε από νερό και τα μπακακάκια εξαφανίστηκαν. Η γούρνα όμως του θείου μου, που ακόμα είχε νερό, πλημμύρισε από δαύτα. Όλα μετακόμισαν εκεί. Σήμερα στέρεψε κι αυτή και οι βρωμπάκακες του πάνω Αγιάννη ετελεύτησαν τον μακάριον βίον τους.
Τούτα τα μπακακάκια δίδαξαν υψηλή πολιτική σκέψη, τόσο σε μένα όσο και τους λοιπούς χωριανούς. Αποτελούσαν την προσωποποίηση της ιδιοτελούς μετακίνησης των ψηφοφόρων από το ένα πολιτικό μαντρί στο άλλο. Προσωπικά είδα το φαινόμενο να επαναλαμβάνεται μεγαλοπρεπώς τη δεκαετία του ΄80. Η βαλτοπράσινη πασόκικη γούρνα γέμισε με κάθε λογής και προέλευσης βρωμομπάκακα, που μπακ-α-κάκ-ιζαν περισσότερο κι από τα μπακακάκια του Αιτωλικού βάλτου. Τούτοι οι
πρασινομπάκακες τριάντα χρόνια πα-σοκ-άκ-ιζαν ώσπου ήρθε το σωτήριον έτος 2010 κι η πράσινη γούρνα άδειασε. Τα βατράχια σώπασαν κι ένα-ένα αθόρυβα κι υποταχτικά μετακόμισαν και μετακομίζουν στην μισογεμάτη και βαλτώδη ροζέ γούρνα, που ακόμα φαίνεται να αναβλύζει νερό η μπουζουρέκα της. Και όσο ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί και φιλοξενεί τέτοια μπακακάκια ας μη φοβούμαστε τίποτα!
Εκτός από τα βρωμομπάκακα αηδιαστικές ήταν και οι χοντρομπράσκες, που όμως ζούνε σε σταθερά νερά. Τούτες αποπνέουν μια χουντοβασιλική αισθητική και σταθερότητα στο βιότοπό τους. Τέτοια είναι τα γαλάζια βατραχοειδή. Τώρα διαβάζω ο Κυριάκος έγινε πόλος έλξης και στα πρασινοκίτρινα βρωμομπάκακα και βλέπω τη γαλάζια γούρνα να γεμίζει και ποιος ακούει τα παλιά μπακ-α-κακ! μπακ-α-κακ!
Όμως για να μην απαξιώσουμε τελείως την ευγενή τάξη των βατράχων πρέπει να αναφέρουμε και τους ωραίους -πρωταθλητές στα άλματα- βατράχους των ρυακιών, των πηγών και των δέντρων. Ήταν σαν αυτόν, που έφαγε ο Κεφαλλονίτης, όταν πήγε μ΄ ένα φίλο του, να κλέψουν σύκα, και ρώτησε –το φίλο του – γεμάτος αγωνία: “Έχει ο σύκος άντερα και μακριές ποδάρες;”

1 σχόλιο :

Ανώνυμος είπε...

Έγραψες!! Άξιος!!